Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Μυρσίνη - Μυρτιά - Myrtus communis


Η μυρτιά είναι είδος φυτού – θάμνου που ανήκει στο γένος μύρτος (Myrtus) και στην οικογένεια των Μυρτοειδών (Myrtaceae). Το γένος μύρτος περιλαμβάνει γύρω στα 75 είδη, τα οποία ευδοκιμούν σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Στην Ελλάδα απαντάται ο Μύρτος ο κοινός (Myrtus communis), αυτοφυής ή διακοσμητική. Καλλιεργείται στο ύπαιθρο, σε γλάστρες αλλά και σε θερμοκήπια. Χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, στην παρασκευή καλλυντικών και στη φαρμακευτική. Παράγει αιθέριο έλαιο (μυρτέλαιο). Το ανθεκτικό της ξύλο χρησιμοποιείται στη λεπτοξυλουργική και τα κλαδιά της στην καλαθοπλεκτική. Το φυτό ήταν γνωστό από τα αρχαία χρόνια και το αναφέρει ο Διοσκουρίδης.
Αειθαλές θάμνος με ομοιόμορφη ανάπτυξη, ύψους μέχρι 2 μέτρα, αρωματικό. Επιδέχεται κλαδέματα και μπορεί να διαμορφωθεί σε σχήματα. Έχει φύλλα μικρά, λογχοειδή, αντίθετα, γυαλιστερά έντονου πράσινου χρώματος, λεία, λειόχειλα, οξύληκτα, τα οποία όταν τριφτούν αναδύουν ένα πολύ ευχάριστο άρωμα. Ανθίζει τους καλοκαιρινούς μήνες βγάζοντας πολλά λευκά αρωματικά ανθάκια, με μακριούς στήμονες. Έχει μικρού μεγέθους καρπό ο οποίος είναι δρύπη μαύρη. Δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις στο έδαφος, αντέχει στην ατμοσφαιρική ρύπανση και στις παραθαλάσσιες περιοχές. Χρειάζεται ηλιόλουστα σημεία με καθαρό αέρα και ζέστη το καλοκαίρι, ενώ μπορεί να ζήσει και μέχρι τους 5-8 βαθμούς Κελσίου τον Χειμώνα. Μπορεί να αντέξει και στην ημισκιά.
Ποτίζετε με σταθερό μαλακό νερό και διατηρείτε την σταθερά υγρή προσέχοντας να μην στεγνώσει τελείως η μπάλα χώματός της. Αδειάζετε πάντα το πιατάκι της γλάστρας ώστε να μην κρατάει νερό. Λιπάνετε τους καλοκαιρινούς μήνες  με μη ασβεστούχο λίπασμα μια φορά τη βδομάδα και την άνοιξη αλλάξτε γλάστρα, αν είναι απαραίτητο.
Ο πολλαπλασιασμός του φυτού γίνεται με μοσχεύματα και σπόρο.








Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Ελιά - Ελαιόδενδρο - Λιόδενδρο

Η ελιά ή ελαιόδενδρο ή λιόδενδρο είναι γένος καρποφόρων δέντρων της οικογένειας των Ελαιοειδών (Oleaceae), το οποίο συναντάται πολύ συχνά και στην Ελλάδα. Ο καρπός του ονομάζεται επίσης ελιά και από αυτόν παράγεται το ελαιόλαδο. Η ελιά υπήρξε το σύμβολο της θεάς Αθηνάς.
Η ελιά είναι γνωστή από τους αρχαιότατους χρόνους, και πιθανότατα κατάγεται από το χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση, πατρίδα της ελιάς είναι η Αθήνα και η πρώτη ελιά φυτεύτηκε στην Αθηνά στην Ακρόπολη.
Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που καλλιέργησε την ελιά στον ευρωπαϊκό μεσογειακό χώρο. Την μετέφεραν είτε Έλληνες άποικοι είτε Φοίνικες έμποροι. Όπως αναφέρει ο Πλίνιος, κατά το 580 π.Χ, ούτε το Λάτιο ούτε η Ισπανία ούτε η Τύνιδα γνώριζαν την ελιά και την καλλιέργειά της.
Είναι δέντρο αειθαλές, έχει φύλλα αντίθετα, λογχοειδή, δερματώδη, σκουροπράσινα στην άνω επιφάνεια και αργυρόχροα στην κάτω. Τα άνθη της είναι λευκωπά, μονοπέταλα και πολύ μικρά, σχηματίζουν ταξιανθία βότρυος και εμφανίζονται προς το τέλος Μαΐου, ενώ ο καρπός ωριμάζει και συλλέγεται κατά τα τέλη του φθινοπώρου και αρχές του χειμώνα. Ο κορμός της ελιάς είναι οζώδης και καλύπτεται από τεφρόφαιο φλοιό. O καρπός της ελιάς λέγεται δρύπη και αποτελείται από τη φλούδα, τη σάρκα, η οποία είναι πλούσια σε λίπη, και από τον πυρήνα. 'Eχει σχήμα σφαιρικό ή ελλειψοειδές και το μέγεθος είναι ανάλογο της ποικιλίας.
Το γένος περιλαμβάνει τα εξής είδη και ποικιλίες:
§  Ελαία η αγρία (Olea sylvestris), κοινώς αγρελιά ή αγρελίδι
§ Ελαία η ευρωπαϊκή (Olea europaea) ή κοινή, το συνηθέστερα καλλιεργούμενο είδος ανά τον Κόσμο
§  Ελαία η αιολόκαρπος (Olea aeolocarpus)
§  Ελαία η ηδύκαρπος (Olea nigra dulcis)
§  Ελαία η ισπανική (Olea hispanica)
§  Ελαία η κρανιόμορφος (Olea craniomorpha), κοινώς σουβλολιά
§  Ελαία η εκκρεμής (Olea pendula), κοινώς κρεβατοελιά
§  Ελαία η κωνική (Olea conica) κοινώς ελιά σαλωνίτικη
§  Ελαία η λευκόκαρπος (Olea leucocarpa)
§  Ελαία η μακρόκαρπος (Olea macrocarpa), κοινώς αετονυχολιά
§  Ελαία η μικρόκαρπος (Olea microcarpa), κοινώς λιανολιά ή λαδοελιά
§  Ελαία η μαστοειδής (Olea mamillaris), κοινώς λιάστρος
§  Ελαία η πρώιμος (Olea precox), κοινώς καλοκαιρίδα
§  Ελαία η σαλέρνιος (Olea salerniensis), κοινώς γαϊδουρολιά
§  Ελαία η στρεπτή (Olea contorta), κοινώς στριφτολιά
§  Ελαία η στρόγγυλος (Olea rotunda virida)
§  Ελαία η υποστρόγγυλος (Olea subrotunda)
§  Ελαία η σφαιρική (Olea sphaerica)
§  Ελαία η υπόχλωρος (Olea virida)

Η ελιά ευδοκιμεί σε κλίματα εύκρατα χωρίς ακρότητες θερμοκρασίας (με μέση ετήσια θερμοκρασία 16οC) και υγρασίας, για αυτό είναι ευρύτατα διαδεδομένη στη μεσογειακή ζώνη (όπως στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Τουρκία, την Αλγερία και αλλού). Ευδοκιμεί σε πολλές περιοχές του κόσμου, αρκεί η θερμοκρασία να μη κατέρχεται πολύ και για μεγάλα χρονικά διαστήματα κάτω από το μηδέν. Γι' αυτό και ιδιαίτερα κατάλληλες περιοχές για την καλλιέργειά της είναι οι παραθαλάσσιες. Τα δένδρα φυτεύονται σε ευθείες σειρές ή σε ρομβοειδείς διατάξεις. Ανάλογα με την ποικιλία και την ποιότητα του εδάφους η απόσταση μεταξύ των σειρών κυμαίνεται από 7 έως 20 μέτρα. H ελιά καλλιεργείται στα βαθιά εδάφη. Nα αποφεύγεται η καλλιέργεια στα αμμώδη, ελαφρά εδάφη, γιατί δεν συγκρατούν υγρασία. Προτιμότερα επομένως είναι τα αμμοαργιλώδη εδάφη, που δεν είναι ούτε πολύ συνεκτικά ούτε πολύ ελαφριά, συγκρατούν αρκετή υγρασία, απορροφούν τις βροχές και δεν αφήνουν την υγρασία ούτε να εξατμιστεί ούτε να εισχωρήσει βαθιά και αξιοποιείται καλύτερα από τις ρίζες. Η περιοχή στην οποία καλλιεργούνται ελαιόδενδρα ονομάζεται "ελαιώνας".

Kλάδεμα

Xωρίζεται σε κλάδεμα σχηματισμού, καρποφορίας και ανανέωσης.

Kλάδεμα σχηματισμού: Tο κλάδεμα σχηματισμού γίνεται τα πρώτα χρόνια μετά τη φύτευση των ελαιοδενδρυλλίων και έχει σκοπό τη δημιουργία ίσιων, υγιών χαμηλόκορμων δέντρων με ισχυρούς τρεις βραχίονες σε τέτοια θέση και διάταξη πάνω στον κορμό που να μη σκιάζει ο ένας τον άλλο, να δοθεί συμμετρικό σχήμα στο δέντρο και να βοηθά στις καλλιεργητικές φροντίδες, ειδικότερα στη συγκομιδή. Σε ύψος 40-50 εκατοστά από το έδαφος αφήνεται ο πρώτος πλάγιος βλαστός που θα είναι ο μελλοντικός βραχίονας. Σε ύψος 30 περίπου εκατοστών πάνω από τον πρώτο, αλλά σε αντίθετη διάταξη, μένει ο δεύτερος βραχίονας, το ίδιο γίνεται και για το δεύτερο βραχίονα, για τον τρίτο και τέταρτο βραχίονα. Κάθε χρόνο αφαιρείται η νέα βλάστηση που εμφανίζεται στον κορμό ή σε ακατάλληλες θέσεις, για να βοηθηθούν οι βλαστοί που έμειναν να εξελιχθούν πιο γρήγορα σε βραχίονες. Mετά το σχηματισμό των βραχιόνων, τα ελαιόδεντρα αναπτύσσονται και αποκτούν το φυσικό τους σχήμα, με την αφαίρεση μόνο βλαστών ή κλαδιών που βρίσκονται σε ακατάλληλες θέσεις και θα δημιουργήσουν πρόβλημα όταν μεγαλώσουν.

Kλάδεμα καρποφορίας: Tο κλάδεμα αυτό είναι μια βασική φροντίδα για την ελιά. Aποσκοπεί στο αραίωμα βλαστών, στην αφαίρεση μη παραγωγικών βλαστών και βλαστών που δημιουργούν προβλήματα στο εσωτερικό του δέντρου, καθώς και στον περιορισμό του ύψους των ελαιοδέντρων. 'Eτσι εξασφαλίζεται στα ελαιόδεντρα ο αναγκαίος φωτισμός και αερισμός, βοηθούνται να βγάλουν νέα βλάστηση και δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για την καρποφορία. Tο κλάδεμα πρέπει να συμπληρωθεί πριν από την έναρξη της έντονης κυκλοφορίας των χυμών, που συμπίπτει χρονικά με τα τέλη Φεβρουαρίου, για αποφυγή της εξάντλησης των ελαιοδέντρων. Tα κλαδιά που αφαιρούνται από τα δέντρα κατά το κλάδεμα πρέπει να απομακρύνονται σε ασφαλές μέρος από τους ελαιώνες και να καίονται, γιατί αποτελούν καταφύγιο επιβλαβών εντόμων (Φλοιοτρίβη).

Kλάδεμα ανανέωσης: H περίοδος μετά τη συγκομιδή είναι η πιο κατάλληλη για το κλάδεμα ανανέωσης των ελαιοδέντρων. Tο κλάδεμα αυτό εφαρμόζεται σε ελαιόδεντρα που η παραγωγή τους έχει μειωθεί σημαντικά σε επίπεδα που δεν συμφέρει πλέον η διατήρησή τους σ' αυτή την κατάσταση ή σε δέντρα που, λόγω μεγάλου ύψους, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα συγκομιδής. Kαλά αποτελέσματα σ' αυτές τις περιπτώσεις έχει δώσει είτε το κόψιμο του κορμού σε ύψος 30 εκ. από το σημείο εμβολιασμού, είτε η ανανέωση των βραχιόνων σε μήκος γύρω στα 30-40 εκ. Tο κλάδεμα ανανέωσης πρέπει, επίσης, να συμπληρωθεί μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου. Oι πρώτοι βλαστοί από την ανανέωση του δέντρου αρχίζουν να εμφανίζονται την άνοιξη. 'Oλοι αυτοί οι βλαστοί και οι άλλοι που θα αναπτυχθούν αργότερα αφήνονται να μεγαλώσουν χωρίς οποιοδήποτε αραίωμα για μια περίοδο 1-2 χρόνων. Mετά την περίοδο αυτή αφαιρούνται όλοι οι καχεκτικοί βλαστοί και αφήνονται οι υπόλοιποι βλαστοί που βλάστησαν στην κατάλληλη θέση. Tα ανανεωμένα ελαιόδεντρα αποκτούν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, πλούσια βλάστηση που τα βοηθά να μπουν νωρίς σε καρποφορία.
Ο καρπός της ελιάς ωριμάζει στα μέσα προς τέλη του φθινοπώρου, οπότε και ξεκινάει η συγκομιδή, ή το λιομάζωμα. Η ελιά παραδοσιακά μαζεύεται με το χέρι, και το μάζεμα της ελιάς αποτελεί εδώ και αιώνες σημαντική αγροτική δραστηριότητα σε πολλές περιοχές της Μεσογείου.
Στη σημερινή εποχή ευδοκιμεί ακόμη η παραδοσιακή μέθοδος συγκομιδής, με τη βοήθεια ίσως κάποιων νεότερων εργαλείων: τα κλαδιά περνούνται με το "χτένι" για να αποσπαστεί ο καρπός με μεγαλύτερη ευκολία και ταχύτητα, ενώ το έδαφος κάτω από την ελιά στρώνεται με λιόπανα ή με ειδικό δίχτυ από συνθετικό υλικό. Σκάλες από ξύλο ή αλουμίνιο χρησιμοποιούνται για το μάζεμα των δυσπρόσιτων κλαδιών. Αφού πέσουν οι ελιές από το δέντρο, οι αγρότες τινάζουν τα άκρα των ελαιόπανων ώστε να δημιουργηθούν σωροί, οι οποίοι θα καθαριστούν με το χέρι από χοντρά κλαριά και τσαμπιά προκειμένου να τοποθετηθούν στη συνέχεια σε δοχεία μεταφοράς (κουβάδες, τενεκέδες κλπ.) και σακιά και να μεταφερθούν στον χώρο αποθήκευσης. Δεν είναι απαραίτητη η απομάκρυνση των φύλλων, αφού υπάρχει στο ελαιοτριβείο ειδικό μηχάνημα που τα απομακρύνει με αέρα. Εναλλακτική τεχνική είναι το "τίναγμα" της ελιάς με ξύλινα ραβδιά, η τεχνική όμως αυτή μπορεί να εφαρμοστεί μόνο όταν έχει ωριμάσει πλήρως ο καρπός και είναι εύκολη η απόσπασή του από το δέντρο. Τέλος, είναι σύνηθες κατά τη συγκομιδή να κόβονται με πριόνι επιλεγμένα κλαδιά του δέντρου, τόσο για τη διευκόλυνση της συγκομιδής, όσο και για να βοηθηθεί η σωστή ανάπτυξη του δέντρου.
Σε μεγάλους ελαιώνες χρησιμοποιούνται συχνά ειδικά μηχανήματα για τη συγκομιδή. Τα μηχανήματα χειρός (βέργες ελαιοσυλλογής) λειτουργούν συνήθως είτε με την αρχή της δόνησης (παλμική βέργα) ή της περιστροφής (περιστροφική βέργα) της κεφαλής, ή και συνδυασμό των δυο κινήσεων. Κοντά στη χειρολαβή προσαρτάται ο βενζινοκινητήρας ή ηλεκτροκινητήρας που δίνει κίνηση στη βέργα. Οι κατασκευαστές των βεργών ελαιοσυλλογής εξελίσσουν συνεχώς την τεχνολογία λειτουργίας, ώστε να αυξάνεται η απόδοση και ταυτόχρονα να ελαχιστοποιείται η ζημιά που προκαλεί το μηχάνημα στο ελαιόδεντρο. Στην κατεύθυνση αυτή, εμφανίστηκαν τελευταία στην αγορά βέργες ελαιοσυλλογής από τεχνολογικά προηγμένα υλικά όπως τα ανθρακονήματα (carbon fiber). Για ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα και απόδοση στη συγκομιδή υπάρχουν στην αγορά και αυτοκινούμενα μηχανήματα ελαιοσυλλογής. Λόγω της αρκετά υψηλής δαπάνης αγοράς τα μηχανήματα αυτά προορίζονται για ελαιώνες μεγάλης έκτασης, ενώ συχνά η αγορά τους εντάσσεται σε ευρωπαϊκά προγράμματα επιδοτήσεων για αγρότες.
Λίπανση
'Oπως όλα τα δέντρα, έτσι και η ελιά παρόλο που είναι "λιτοδίαιτη", έχει ανάγκη από λιπάσματα για να έχει ικανοποιητική καρποφορία και παραγωγή κάθε χρόνο. Oι ποσότητες του λιπάσματος που χρειάζονται εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η ηλικία των δέντρων, η γονιμότητα του εδάφους και από το αν αρδεύονται ή όχι. Συμβουλευτείτε κάποιον γεωπόνο, ώστε να σας καθοδηγήσει για την σωστή λίπανση του δένδρου σας.
Ασθένειες
            Η ελιά μπορεί να προσβληθεί από Δάκο, κυκλοκόνιο και βερτιτσίλιο.
 Πολλαπλασιασμός
H ελιά πολλαπλασιάζεται με διάφορους τρόπους, που κατατάσσονται σε δυο κατηγορίες: η μια κατηγορία είναι ο εγγενής τρόπος και η άλλη ο αγενής τρόπος πολλαπλασιασμού. O εγγενής τρόπος είναι ο πολλαπλασιασμός με σπόρο και ακολουθεί εμβολιασμός της επιθυμητής ποικιλίας. O αγενής τρόπος είναι ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα, με γόγγρους ή σφαιροβλάστες, με παραφυάδες και με καταβολάδες. O επικρατέστερος τρόπος πολλαπλασιασμού είναι με μοσχεύματα (εξασφαλίζεται η γρήγορη παραγωγή δενδρυλλίων). Για αλλαγή ποικιλίας ο καλύτερος τρόπος είναι με εμβολιασμό. O εμβολιασμός γίνεται με δυο τρόπους, με ενοφθαλμισμό ή με εγκεντρισμό.









Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Οκτώβριος

Κηπουρική του μήνα:

Μπήκαμε στον Οκτώβριο και ήρθε ο καιρός να κλαδέψουμε τα καλλωπιστικά μας φυτά (πολύγαλαλαντάνα  λεβάντα, βουκαμβίλια κλπ). Κλαδεύουμε τα ξερά κλαδιά όπως επίσης και κάποια γερά ούτως ώστε να δώσουμε ωραίο σχήμα στο φυτό μας, αλλά το πιο βασικό είναι ότι θα το βοηθήσουμε να δυναμώσει και να ανθίσει περισσότερο.
Είναι η περίοδος που κάνουμε τις τελευταίες μας λιπάνσεις στα (καλλωπιστικά, γκαζόν και μποστάνι). Αναζητήστε το κατάλληλο λίπασμα από εξειδικευμένα φυτώρια και αφού σκαλίσετε το χώμα καλά  λιπάνετε και αμέσως ποτίστε. Το γκαζόν πρώτα το κουρεύουμε, μετά το λιπαίνουμε και τέλος το ποτίζουμε καλά.
Σκαλίζουμε πολύ καλά το χώμα των γλαστρών και του κήπου μας ούτως ώστε να μπορεί να απορροφηθεί καλά το βρόχινο νερό.  Όσο αφορά το γκαζόν, είναι η καλύτερη περίοδος για να το στρώσουμε ή να το σπείρουμε στον κήπο μας.
Ήρθε ο καιρός να επιστρέψουμε τα φυτά εσωτερικού χώρου από την βεράντα στην θέση τους. Αφού τα καθαρίσουμε καλά από την σκόνη με ένα νωπό σφουγγάρι ή πανί  τα τοποθετούμε κοντά σε κάποιο παράθυρο μακρυά από θερμαντικά σώματα.

Φύτευση του μήνα:

Συνεχίζουμε να φυτεύουμε σε ηλιόλουστα σημεία βολβούς που θα ανθίσουν την επόμενη Άνοιξη (μούσκαρι, φρέζιες, ίριδες κτλ). Λόγο της υγρασίας που υπάρχει αυτή την εποχή είναι η καλύτερη περίοδος για να φυτεύουμε καλλωπιστικά και οπωροφόρα φυτά. (πικροδάφνες, αγγελικές, φωτείνιες, ιβίσκους κτλ)
Στο μποστάνι μας εφόσον πρώτα σκαλίσουμε πολύ καλά το χώμα για να αεριστεί, φυτεύουμε (ραδίκι, μπιζέλι, κουκιά, μαϊντανό, ρόκα, σπανάκι, ραπανάκι, κρεμμύδι, σκόρδο).

Άνθιση του μήνα:

            Μεταφυτεύουμε το χρυσάνθεμο σε μεγαλύτερη γλάστρα από αυτήν που το αγοράσαμε και ποτίζουμε όταν στεγνώνει το χώμα. Κόβουμε συνέχεια τα ξερά ώστε να ανθίζει συνέχεια. Όταν ξεραθεί τελείως, δεν απογοητευόμαστε, το κλαδεύουμε χαμηλά και συνεχίζουμε να το ποτίζουμε. Συνήθως την Άνοιξη πετάει φρέσκα πράσινα φύλλα μέχρι τον Οκτώβριο που ανθίζει ξανά.
Πανέμορφους χρωματισμούς αυτή την εποχή μας προσφέρει η κουμαριά με τα λευκά-πορτοκαλί κούμαρα τα οποία θα κοκκινίσουν αργότερα, οι πορτοκαλί καρποί του πυράκανθου, η ροδιά με τα όμορφα κίτρινα φύλλα, το κόκκινο φύλλωμα της βελανιδιάς κτλ.
Έτοιμα για μάζεμα και φάγωμα είναι: τα αχλάδια, τα ρόδια, τα κυδώνια, τα καρύδια, τα μήλα και τα αμύγδαλα.

Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

Κουκουναριά - Pinus - Pinea

Η κουκουναριά (pinus - pinea) είναι ένα ιθαγενές πεύκο της Νότιας Ευρώπης στην περιοχή της Μεσογείου. Το δέντρο καλλιεργείται για τους εδώδιμους σπόρους του από τους προϊστορικούς χρόνους.
Η κουκουναριά μπορεί να υπερβεί τα 25 μέτρα σε ύψος, αν και συνήθως είναι λιγότερο ψηλή, γύρω στα 12-20 μέτρα. Έχει μια χαρακτηριστική ομπρελοειδή μορφή με κοντό κορμό και στρογγυλή επίπεδη κορυφή. Ο φλοιός είναι χοντρός, καστανοκόκκινος, βαθιά χαραγμένος από φαρδιές, κατακόρυφες πλάκες. Έχει ευλύγιστα βελονοειδή φύλλα σε δέσμες των δύο, μήκους 10-20 εκατοστών. Τα νεαρά δέντρα έχουν διαφορετικά φύλλα, μήκους 2-4 εκατοστών με γλαυκοπράσινο χρώμα.
Οι κώνοι είναι ωοειδείς, μήκους 8-15 εκατοστών και χρειάζονται 36 μήνες για να ωριμάσουν, περισσότερο από κάθε άλλο πεύκο. Οι σπόροι είναι μεγάλοι, μήκους 2 εκατοστών, ανοιχτοί καστανοί με μια μαύρη επίστρωση που φεύγει εύκολα. Οι σπόροι διαδίδονται με τα ζώα και στην πρόσφατη ιστορία με την βοήθεια των ανθρώπων. Ο εδώδιμος σπόρος είναι γνωστός ως κουκουνάρι και χρησιμοποιείται στη Μεσογειακή κουζίνα, με πιο γνωστή τη χρήση του ως βασικό συστατικό της Ιταλικής σάλτσας πέστο.
Η αρχική καταγωγή της κουκουναριάς είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Βόρεια Αφρική (όταν το κλίμα ήταν κάποτε πιο υγρό). Καλλιεργείται συστηματικά εδώ και 6.000 χρόνια για τους εδώδιμους σπόρους της, τους οποίους εμπορεύονταν οι άνθρωποι από τα αρχαία χρόνια. Έχει εγκλιματιστεί σε όλη την περιοχή της Μεσογείου εδώ και τόσο καιρό που θεωρείται ιθαγενές στα μέρη που φυτρώνει, ενώ πολύ πρόσφατα (από το 1700) έχει εισαχθεί σε χώρες με μεσογειακό κλίμα. Μέχρι τώρα έχει εγκλιματιστεί στη Νότια Αφρική, την Καλιφόρνια, την Αυστραλία και τη Δυτική Ευρώπη.
            Φυτεύεται σε ηλιόλουστα σημεία, είναι ανθεκτικό στην ξηρασία και χρειάζεται βαθιά εδάφη για να αναπτυχθεί σωστά.

Βαμβακίαση

Τα τελευταία χρόνια τα πεύκα στις αστικές και περιαστικές περιοχές της Ελλάδας απειλούνται από τη βαμβακίαση, ασθένεια που προκαλείται από το κοκκοειδες έντομο Marchalina hellenica (Monophlebus hellenicus) ελλ.μαρσαλίνα, που ζει στο φλοιό τους παρασιτικά και παράγει μελιτώδεις εκκρίσεις. Οι εκκρίσεις αυτές συλλέγονται από τις μέλισσες προκειμένου να φτιάξουν πευκόμελο που αποτελεί και 60% της συνολικής παραγωγής μελιού στην Ελλάδα. Οι νεκρώσεις παρατηρούνται σε άτομα πεύκης με επιβαρυμένη φυτοϋγειονομική κατάσταση, με περιορισμένο ζωτικό υπέργειο και υπόγειο χώρο. Ενδεικτικά αναφέρεται πως σε φυσικά δάση χαλεπίου πεύκης τα οποία εκμεταλλεύονται μελισσοκομικά δεκάδες χρόνια, οι βλάβες από το Marchalina hellenica είναι αμελητέες και ουδέποτε υπήρξε ένδειξη επιδημίας.

            Αντίθετα στις περιοχές όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα "πιέζει" το βιολογικό χώρο του πεύκου, και σε συνδυασμό με την απροθυμία των ανθρώπων να φροντίσουν τους οργανισμούς αυτούς (κλάδεμα, καθαρισμός, προστασία ριζικού συστήματος) φαίνεται πως οι ζημιές είναι σημαντικές. Η επιδημία αυτή ξεκίνησε το 2000, όταν το Υπουργείο Γεωργίας της Ελλάδας αποφάσισε τον εμβολιασμό των πεύκων με μαρσαλίνα σε μαζική κλίμακα, προκειμένου να γίνουν μελιτοφόρα και να αυξηθεί η παραγωγή πευκόμελου. Σήμερα γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η κατάσταση με χημική καταπολέμηση.




Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Χαμομήλι

     Το χαμομήλι είναι ποώδες φυτό, η επιστημονική ονομασία του οποίου είναι Chamomilla. Το γένος περιλαμβάνει περί τα 70 είδη το γνωστότερο των οποίων του είναι η Chamomilla recutita ή Matricaria chamomilla, ελλ. Χαμαίμηλον το κοινόν ή Ματρικαρία το χαμαίμηλον. Αυτό το είδος φύεται και στην Ελλάδα όπου είναι γνωστό με τα ονόματα χαμομήλι, χαμόμηλο, και στην Κύπρο είναι γνωστό και ως μουγιόχορτο.
Στο κοινό χαμομήλι, τα άνθη κατανέμονται σε ταξιανθίες-κεφάλια που μοιάζουν ιδιαίτερα με αυτές της μαργαρίτας. Το όνομα του σημαίνει μήλο που είναι κάτω στο έδαφος (χάμω - μήλο). Είναι φυτό ποώδες και ζει ένα χρόνο (μονοετές). Αρωματικό και φαρμακευτικό. Έχει λείο βλαστό και είναι πολύκλαδο.
Το χαμομήλι έχει ηρεμιστικές, τονωτικές αλλά και αντισηπτικές και εντομοκτόνες ιδιότητες. Δρα επίσης κατά των αερίων των εντέρων. Με απόσταξη των ανθέων λαμβάνεται πολύτιμο αιθέριο έλαιο οι ιδιότητες του οποίου μοιάζουν με εκείνες του αιθέριου ελαίου της Ανθεμίδος της ευγενούς, Anthemis nobilis, ιθαγενούς φυτού της Καλιφόρνιας όπου και καλλιεργείται ως διακοσμητικό.
Από τα άνθη του χαμομηλιού κατασκευάζεται το ομώνυμο αφέψημα. Επίσης, εκχυλίσματα χαμομηλιού χρησιμοποιούνται σε διάφορα καλλυντικά ή σαμπουάν.

Φασκόμηλο


Το φασκόμηλο ή φασκομηλιά (Σάλβια η φαρμακευτική ελλ. Ελελίφασκος ο φαρμακευτικός, Salvia officinalis) ανήκει στο γένος των Αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών Σάλβια (Salvia).
Πολυετές, θαμνώδες με πολυάριθμα κλαδιά ύψους μέχρι μισό μέτρο βρίσκεται σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας κυρίως σε ξηρούς και πετρώδεις τόπους. Τα φύλλα του είναι επιμήκη και παχιά χρώματος λευκό-πράσινου. Τα άνθη του φύονται κατά σπονδύλους, είναι χρώματος μοβ και ανθίζουν από το Μάιο ως τον Ιούνιο. Το φυτό έχει έντονη αρωματική οσμή και καλλιεργείται για τις φαρμακευτικές ιδιότητες του, ως αφέψημα και ως καρύκευμα.
Περιέχει ως κύρια ουσία αιθέριο έλαιο, φασκομηλόλαδο, άχρωμο ή ερυθροκίτρινο, σαπωνίνες, πικρές ουσίες, τερπένια, ρητίνες και θουγιόνη (thujone, μια μονοτερπενική κετόνη).
Τα φύλλα έχουν αντισηπτικές, αποχρεμπτικές και σπασμολυτικές ιδιότητες. Το φασκόμηλο με τη μορφή αφεψήματος είναι ιδανικό για την θεραπευτική του στόματος σε περίπτωση τραυματισμών, άφτρων,φαρυγγίτιδας και κατά της ουλίτιδας.
Έχει τονωτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται ως καρδιοτονωτικό και κατά των νευραλγιών. Ελαττώνει τα αέρια του εντέρου, είναι διουρητικό και εμμηναγωγό. Ακόμη είναι αιμοστατικό, και τοπικό αναισθητικό του δέρματος. Επίσης έχει αντιβιοτική, αντιμυκητολογική, αντισπασμωδική και υπογλυμική δράση.
Σε αρχαίες εποχές το χρησιμοποιούσαν για δαγκώματα φιδιών και εντόμων, για να αυξήσουν τη γονιμότητα των γυναικών και για να διώχνουν τα κακά πνεύματα κτλ. Στις περιοχές της Μεσογείου αποξηραίνεται και πίνεται ως αφέψημα, το γνωστό φασκόμηλο. Στην μαγειρική χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό διαφόρων ζωμών, φαγητών και του ξιδιού ενώ θεωρείται και μελισσοτροφικό φυτό παρέχοντας μέλι εκλεκτής ποιότητας.
Η γεύση του είναι αρκετά πιπεράτη και ταιριάζει πολύ με λιπαρά κρεατικά και τυριά. Σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, η χρήση του έχει θετική επίδραση στη θεραπεία του Αλτσχάιμερ και στην υπερλιπιδιμία.
Πάντως η χρήση του πρέπει να γίνεται με σύνεση γιατί υπάρχουν περιπτώσεις δηλητηρίασης από υπερβολική χρήση που οφείλεται κυρίως στην ουσία θουγιόνη που υπάρχει στο φυτό.




Φασκόμηλο
Φασκόμηλο
Φασκόμηλο
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο:Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία:Αγγειόσπερμα(Magnoliophyta)
Ομοταξία:Δικοτυλήδονα(Magnoliopsida)
Τάξη:Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια:Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος:Σάλβια (Salvia)
Είδος:S. officinalis
Διώνυμο
Ελελίφασκος ο φαρμακευτικός (Salvia officinalis)
                          πηγή


Σέλινο


Το σέλινο (επιστ. Σέλινον το βαρύοσμον, Apium graveolens) είναι διετές, ιθαγενές φυτό του γένους Σέλινον (Apium) της οικογένειας των Σελινοειδών (Apiaceae) (συν. Σκιαδοφόρων (Umbelliferae)).
Είναι γνωστό από τα αρχαία χρόνια όταν Έλληνες και Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική και οι Κινέζοι για φάρμακο. Επίσης το θεωρούσαν πένθιμο φυτό γιατί στις νεκρικές τελετές οι πενθούντες φορούσαν στεφάνι από σέλινο.
Έντονα αρωματικό φυτό, με σκληρό βλαστό ρίζες σαρκώδεις και ινώδεις, φύλλα με διαιρεμένο έλασμα, οι μίσχοι κυρτωμένοι δημιουργούν αυλάκι.
Το ύψος του φτάνει τα 90 εκατοστά και τα σπόρια του είναι αρωματικά, με ίδιο άρωμα με αυτό του φυτού αλλά με πικρότερη και πιο καυστική γεύση.
Τα σπόρια του χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό
Πολλαπλασιάζεται με σπορά σε θερμοκήπια ή ειδικά σπορεία και στη συνέχεια μεταφυτεύεται σε μικρά σακουλάκια αφού περάσουν 5-7 εβδομάδες.
Όταν το ύψος των φυταρίων φτάσει τα 20 εκατοστά περίπου τότε φυτεύονται στη τελική τους θέση. Οι απαιτήσεις σε νερό είναι μεγάλες και το τακτικό πότισμα είναι απαραίτητο ενώ η λίπανση του εδάφους είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται είτε με κοπριά είτε με ειδικά λιπάσματα.
Το έντονο άρωμα που έχει το σέλινο οφείλεται σε αιθέριο έλαιο που δίνει στο φυτό ορεκτικές, χωνευτικές και τονωτικές ιδιότητες. Περιέχει σίδηρο, ασβέστιο, φώσφορο και βιταμίνες C, B1, B2 και Κ. Θεωρείται ότι έχει φαρμακευτικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις των νεφρών και της ουροδόχου κύστης καθώς και κατά των αρθριτικών παθήσεων.

Υπάρχουν 2 βασικές ποικιλίες σέλινου:

1) Η (var. rapaceum) με μεγάλη σαρκώδη ρίζα τη γνωστή σελινόριζα, που καλλιεργείται για αυτή και τρώγεται ωμή, σαλάτα, σε σούπες και μαγειρεμένη με διάφορους συνδυασμούς και

2) Η (var. dulce), η πιο κλασσική, με σαρκώδεις μεγάλους μίσχους που καλλιεργείται για τα φύλλα της και τρώγεται με τον ίδιο τρόπο γίνεται τουρσί ή χρησιμοποιείται και ως καρύκευμα.
Τα σπόρια του χρησιμοποιούνται σε διάφορες σούπες και τουρσιά ως μπαχαρικό καθώς επίσης και στην αρωματοποιία.

Σέλινο
Snijselderij Apium graveolens.jpg
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο:Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία:Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία:Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία:Ροδίδες (Rosidae)
Τάξη:Σελινώδη (Apiales)
Οικογένεια:Σελινοειδή (Apiaceae)
Γένος:Σέλινον (Apium)
Είδος:A. graveolens
Διώνυμο
Σέλινον το βαρύοσμον
(Apium graveolens)






Ρίγανη


Η ρίγανη (Ορίγανον το κοινόν, Origanum vulgare) είναι αρωματικό ποώδες, πολυετές, ιθαγενές και θαμνώδες φυτό της Μεσογείου και της Κεντρικής Ασίας. Ανήκει στο γένος Ορίγανο της τάξης των λαμιωδών αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών.
Το φυτό έχει ύψος 20-80 εκ., έχει φύλλα αντίθετα μήκους 1-4 εκ.Αναπτύσεται καλά σε εδάφη με PH 6-9(ισχυρά αλκαλικά)και μπορεί να εκμεταλευτεί , όταν καλλιεργείται, ακόμα και πολύ φτωχά , ξηρικά και πετρώδη εδάφη.Τα άνθη της έχουν χρώμα άσπρο-μώβ και ανθίζει από Ιούνιο κυρίως μέχρι Αύγουστο αναλόγως της περιοχής.
Η Ελληνική ρίγανη (Greek Oregano) είναι φυτό πολυετές και ποώδες η ποιότητα της θεωρείται η καλύτερη παγκοσμίως. Η ρίγανη πέρα από το χαρακτηριστικό άρωμα και γεύση που αφήνει στο φαγητό έχει και πάρα πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες. Είναι αντιδιαρροϊκή, αντιφλεγμονώδης, βακτηριοκτόνα. Υπό μορφή αφεψημάτων χρησιμοποιείται για την ατονία των εντέρων, αποχρεμπτικό για το βήχα, βοηθάει στην υπέρταση και την αρτηριοσκλήρυνση. Το αιθέριο έλαιο της ρίγανης (οριγανέλαιο) χρησιμοποιείται για τον πονόδοντο. Η ρίγανη έχει 12 φορές περισσότερο αντιοξειδωτική δράση από το πορτοκάλι, 30 από την πατάτα και 42 από το μήλο. Επίσης με λίγο ρίγανη στην τροφή των πτηνών σας κρατάτε τις αρρώστιες μακριά τους.
Μία άλλη κύρια χρήση της είναι κατά των χρόνιων ρευματισμών.Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν τη θεραπευτική της αξία και τη χρησιμοποιούσαν πίνοντας το τσάι της σε κολικούς και εξωτερικά σε πρηξίματα και για το στραβολαίμιασμα.
Στην Ελλάδα η ρίγανη είναι αυτοφυής και βρίσκεται σε ορεινές και βραχώδεις περιοχές.
Χρησιμοποιείται ως καρύκευμα κυρίως στη μαγειρική αλλά και σπανιότερα ως αφέψημα, το οποίο αναφέρεται ως εξαιρετικό κατά του βήχα. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στη χωριάτικη σαλάτα.
Η συλλογή της ρίγανης γίνεται κατά την ανθοφορία του φυτού, τα άνθη αυτά ξεραίνονται σε ειδικά υπόστεγα ή ξηραντήρια και στη συνέχεια τρίβονται και κοσκινίζονται.
Είναι το βασικό καρύκευμα των χωρών της Μεσογείου και βασικό συστατικό της Ελληνικής, αλλά και της Ιταλικής κουζίνας. Επειδή η συλλογή της απαιτεί αρκετά εργατικά χέρια, η έλλειψη τους οδήγησε σε οργανωμένη καλλιέργεια στις περιοχές των Τρικάλων και της Καρδίτσας. Στις Η.Π.Α η κατανάλωση της ρίγανης αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια και έτσι άρχισε η καλλιέργεια της σε διάφορες περιοχές του νότου αλλά και στο Μεξικό.

Ρίγανη
Ρίγανη
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο:Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία:Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία:Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη:Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια:Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος:Ορίγανον (Origanum)
Είδος:O. vulgare
Διώνυμο
Ορίγανον το κοινόν
(Origanum vulgare)